Omogućavanje na grčkom
Prijevod: omogućavanje, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
επιτρέπω, αφήνω, επιτρέποντας, που επιτρέπει, επιτρέπει, επιτρέπουν, που επιτρέπουν
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: omogućavanje
omogućavanje kolačića, omogućavanje cookies, omogućavanje intermodalnog transporta u srbiji, omogućavanje rječnik grčki, omogućavanje na grčkom
Prijevodi
- omlitaviti na grčkom - λασκάρω, μολάρω, απονεκρώνω, νεκρώνω, αμβλύνουν ξανά, νεκρώνουν, νέκρωνε
- omogućavaju na grčkom - επιτρέπω, επιτρέπουν, επιτρέπει, να επιτρέψει, επιτρέψουν, επιτρέψει
- omogućavati na grčkom - επιτρέπω, επιτρέπουν, επιτρέπει, να επιτρέψει, επιτρέψουν, επιτρέψει
- omogućili na grčkom - επιτρέπω, ενεργοποιήσετε, επιτρέψουν, επιτρέπουν, επιτρέψει, επιτρέπει
Nasumične riječi
Omogućavanje na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: επιτρέπω, αφήνω, επιτρέποντας, που επιτρέπει, επιτρέπει, επιτρέπουν, που επιτρέπουν
Prijevodi: επιτρέπω, αφήνω, επιτρέποντας, που επιτρέπει, επιτρέπει, επιτρέπουν, που επιτρέπουν