Opsežan na grčkom
Prijevod: opsežan, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
ευρύχωρος, εκτενής, εκτεταμένη, εκτεταμένες, εκτενή, εκτεταμένο
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: opsežan
opsežan prijevod, opsežan sinonim, opsežan engleski, opsežan rječnik grčki, opsežan na grčkom
Prijevodi
- opservatorij na grčkom - παρατηρητήριο, αστεροσκοπείο, Παρατηρητήριο, Παρατηρητηρίου, Παρατηρητήριο του, του Παρατηρητηρίου
- opservatorija na grčkom - παρατηρητήριο, αστεροσκοπείο, Παρατηρητήριο, Παρατηρητηρίου, Παρατηρητήριο του, Παρατηρητήριο για
- opsežni na grčkom - διεξοδικός, εκτεταμένος, εκτενής, εκτεταμένη, εκτεταμένες, εκτενή, εκτεταμένο
- opsežno na grčkom - εκτενώς, εκτεταμένα, ευρέως, μεγάλο βαθμό, σε μεγάλο βαθμό
Nasumične riječi
Opsežan na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: ευρύχωρος, εκτενής, εκτεταμένη, εκτεταμένες, εκτενή, εκτεταμένο
Prijevodi: ευρύχωρος, εκτενής, εκτεταμένη, εκτεταμένες, εκτενή, εκτεταμένο