Osakaćen na grčkom
Prijevod: osakaćen, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
ανάπηρος, παραλύσει, ακρωτηριασμένο, ακρωτηρίασε, υπονομεύεται
Drugi jezici
Povezane riječi: osakaćen
osakaćen rječnik grčki, osakaćen na grčkom
Prijevodi
- osa na grčkom - σφήκα, άξονας, άξονα, τον άξονα, άξονος, άξονά
- osakatiti na grčkom - ανάπηρος, σακατεύω, κολοβώνω, ακρωτηριάζουν, ακρωτηριάσει, να ακρωτηριάσει, να ακρωτηριάζουν
- osam na grčkom - οκτώ, οχτώ, των οκτώ, από οκτώ
- osamljen na grčkom - μόνος, μοναχός, απομονωμένος, απομονωμένη, απομονωμένο, απόμερη, απομονωμένους
Nasumične riječi
Osakaćen na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: ανάπηρος, παραλύσει, ακρωτηριασμένο, ακρωτηρίασε, υπονομεύεται
Prijevodi: ανάπηρος, παραλύσει, ακρωτηριασμένο, ακρωτηρίασε, υπονομεύεται