Osnovati na grčkom
Prijevod: osnovati, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
θεσπίζω, αποτελώ, συγκροτώ, επιβάλλω, βρέθηκαν, βρέθηκε, διαπιστώθηκε, διαπίστωσε, βρεθεί
Drugi jezici
Povezane riječi: osnovati
osnovati firmu, osnovati obrt, osnovati sindikat, osnovati firmu u bih, osnovati tvrtku, osnovati rječnik grčki, osnovati na grčkom
Prijevodi
- osnovan na grčkom - στοιχειώδης, απαραίτητος, ουσιώδης, εγκατεστημένος, ιδρύθηκε, συσταθεί, εγκατεστημένοι, ...
- osnovanost na grčkom - επαρκής, επάρκεια, επάρκειας, καταλληλότητα, την επάρκεια, καταλληλότητας
- osnovni na grčkom - πρωτόγονος, αρχέγονος, ουσιώδης, ύστατος, καρδινάλιος, τελικός, ταγματάρχης, ...
- osnovnih na grčkom - θεμελιώδης, πρώτος, ουσιώδης, πρωταρχικός, βασικός, βασικού, βασικές, ...
Nasumične riječi
Osnovati na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: θεσπίζω, αποτελώ, συγκροτώ, επιβάλλω, βρέθηκαν, βρέθηκε, διαπιστώθηκε, διαπίστωσε, βρεθεί
Prijevodi: θεσπίζω, αποτελώ, συγκροτώ, επιβάλλω, βρέθηκαν, βρέθηκε, διαπιστώθηκε, διαπίστωσε, βρεθεί