Ozakonjenje na grčkom
Prijevod: ozakonjenje, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
νομιμοποίηση, νομιμοποίησης, νομιμότητας, τη νομιμοποίηση, νοιοποίηση
Drugi jezici
Povezane riječi: ozakonjenje
ozakonjenje lođe, ozakonjenje lođa, ozakonjenje garaže, ozakonjenje bazena, ozakonjenje homoseksualnih veza, ozakonjenje rječnik grčki, ozakonjenje na grčkom
Prijevodi
- ozakoniti na grčkom - νομιμοποιήσει, νομιμοποιήσουν, τη νομιμοποίηση, νομιμοποιηθεί, νομιμοποιεί
- ozakonjen na grčkom - καθορισμένος, εκ του νόμου, του νόμου, νόμιμο, νόμιμος, νόμιμου
- ozaren na grčkom - αστραφτερός, ακτινοβόλος, ακτινοβολίας, ακτινοβόλο, λαμπερό, λαμπερή
- ozbiljan na grčkom - καίριος, σοβαρός, τύμβος, τάφος, βαθύς, σοβαρές, σοβαρή, ...
Nasumične riječi
Ozakonjenje na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: νομιμοποίηση, νομιμοποίησης, νομιμότητας, τη νομιμοποίηση, νοιοποίηση
Prijevodi: νομιμοποίηση, νομιμοποίησης, νομιμότητας, τη νομιμοποίηση, νοιοποίηση