Proizlaziti na grčkom
Prijevod: proizlaziti, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
απορρέω, αποτέλεσμα, λόγω, συνέπεια, αποτελέσματα, αποτελέσματος
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: proizlaziti
proizlaziti engleski, proizlaziti ili proizlaziti, proizlaziti rječnik grčki, proizlaziti na grčkom
Prijevodi
- prohodan na grčkom - μέτριος, βατός, βατό
- prohtjev na grčkom - αφύσικο, φρικιό, τρέλα, φαντασιοπληξία, μανία, μανίας, μόδα, ...
- proizvesti na grčkom - παράγω, γεννώ, μεγαλώνω, γεννοβολώ, αυξάνομαι, παράγουν, παραγωγή, ...
- proizvod na grčkom - εμπόρευμα, πράγμα, αγαθό, κομμάτι, προϊόν, προϊόντος, προϊόντων, ...
Nasumične riječi
Proizlaziti na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: απορρέω, αποτέλεσμα, λόγω, συνέπεια, αποτελέσματα, αποτελέσματος
Prijevodi: απορρέω, αποτέλεσμα, λόγω, συνέπεια, αποτελέσματα, αποτελέσματος