Pronicljivost na grčkom
Prijevod: pronicljivost, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
βελονισμός, διορατικότητα, όραση, διείσδυση, όραμα, οξυδέρκεια, Η διορατικότητα, οξύνοια, οξυδέρκειά
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: pronicljivost
pronicljivost značenje, pronicljivost recnik, pronicljivost vikipedija, pronicljivost pojam, pronicljivost sskj, pronicljivost rječnik grčki, pronicljivost na grčkom
Prijevodi
- pronevjeriti na grčkom - σφετερίζομαι, υπεξαιρώ, καταχρώμαι, διασπαθιστούν, υπεξαίρεσης, καταστρατηγήσει, αποτελέσει καταστρατήγηση
- pronicljiv na grčkom - καπάτσος, διεισδυτικός, έξυπνος, διορατικός, πανέξυπνος, ανήσυχος, τετραπέρατος, ...
- propadanje na grčkom - χαμός, επιδείνωση, απώλεια, χάσιμο, ήττα, χειροτέρευση, πτώση, ...
- propadati na grčkom - παρακμή, σαπίζω, παρακμάζω, φθορά, αποσύνθεση, αποσύνθεσης, φθορά των
Nasumične riječi
Pronicljivost na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: βελονισμός, διορατικότητα, όραση, διείσδυση, όραμα, οξυδέρκεια, Η διορατικότητα, οξύνοια, οξυδέρκειά
Prijevodi: βελονισμός, διορατικότητα, όραση, διείσδυση, όραμα, οξυδέρκεια, Η διορατικότητα, οξύνοια, οξυδέρκειά