Prosuđivanje na grčkom
Prijevod: prosuđivanje, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
κρίση, σύσκεψη, συζήτηση, διαβούλευση, διαβούλευσης, σύσκεψης
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: prosuđivanje
procjenjivanje i prosuđivanje, prosuđivanje i donošenje odluka, prosuđivanje ljudi, situacijsko prosuđivanje, moralno prosuđivanje, prosuđivanje rječnik grčki, prosuđivanje na grčkom
Prijevodi
- prosuditi na grčkom - διαπληκτίζομαι, υπολογίζω, διαφωνώ, επιχειρηματολογώ, δικάζω, κριτής, ανασκόπηση, ...
- prosuti na grčkom - διασπείρω, διασκορπίζομαι, διασκορπίζω, σκορπίζω, πετρελαιοκηλίδα, spill, Ποσότητα Χυένου Υλικού, ...
- prosuđivati na grčkom - ζυγίζω, ζυγίζουν, ζυγίζει, ζυγίζεται, ζυγίζονται
- prosvijetiti na grčkom - διαφωτίζω, διαφωτίσει, φωτίσει, διαφωτίσουν, διαφωτίσουμε, διαφώτιση
Nasumične riječi
Prosuđivanje na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: κρίση, σύσκεψη, συζήτηση, διαβούλευση, διαβούλευσης, σύσκεψης
Prijevodi: κρίση, σύσκεψη, συζήτηση, διαβούλευση, διαβούλευσης, σύσκεψης