Pun na grčkom
Prijevod: pun, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
ολικός, τροφαντός, παχύσαρκος, γερός, κατάφορτος, θαρραλέος, μεστός, εύσαρκος, εύσωμος, πλήρης, γεμάτος, αγχωμένος, πλήρη, πλήρους, πλήρως, πλήρες
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: pun
pun tanjur, pun pogodak, pun dog, punmiris, pun mi je kufer, pun rječnik grčki, pun na grčkom
Prijevodi
- puma na grčkom - πάνθηρας, πούμα, Puma, της Puma, το πούμα, το Puma
- pumpa na grčkom - αντλία, τρόμπα, φουσκώνω, αντλίας, της αντλίας, αντλιών, την αντλία
- punačak na grčkom - παχουλός, τροφαντός, παχουλό, παχουλά, παχουλές, παχουλή
- puni na grčkom - μεστός, ολικός, απλός, γεμάτος, πλήρης, πλήρη, πλήρους, ...
Nasumične riječi
Pun na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: ολικός, τροφαντός, παχύσαρκος, γερός, κατάφορτος, θαρραλέος, μεστός, εύσαρκος, εύσωμος, πλήρης, γεμάτος, αγχωμένος, πλήρη, πλήρους, πλήρως, πλήρες
Prijevodi: ολικός, τροφαντός, παχύσαρκος, γερός, κατάφορτος, θαρραλέος, μεστός, εύσαρκος, εύσωμος, πλήρης, γεμάτος, αγχωμένος, πλήρη, πλήρους, πλήρως, πλήρες