Renovirati na grčkom
Prijevod: renovirati, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
ανακαινίζω, ανακαίνιση, την ανακαίνιση, ανακαινίσουν, ανακαινίσει, ανακαίνιση των
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: renovirati
renovirati stan, renovirati staru kucu, renovirati stari ormar, renovirati kucu, renovirati rječnik grčki, renovirati na grčkom
Prijevodi
- renomiranih na grčkom - φημισμένος, ξακουστός, διάσημος, φημισμένο, διάσημο, φήμης, γνωστή
- renomirano na grčkom - φημισμένος, ξακουστός, διάσημος, φημισμένο, διάσημο, φήμης, γνωστή
- renta na grčkom - πρόσοδος, ενοίκιο, μίσθωμα, ενοικίαση, ενοικίου, μισθώματος
- rentabilno na grčkom - πληρωτέος, επικερδώς, κερδοφόρα, επωφελώς, αποδοτικά, επικερδή
Nasumične riječi
Renovirati na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: ανακαινίζω, ανακαίνιση, την ανακαίνιση, ανακαινίσουν, ανακαινίσει, ανακαίνιση των
Prijevodi: ανακαινίζω, ανακαίνιση, την ανακαίνιση, ανακαινίσουν, ανακαινίσει, ανακαίνιση των