Služiti na grčkom
Prijevod: služiti, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
ιερέας, χρησιμεύω, υπουργός, χοροστατώ, όφελος, ωφελώ, εξυπηρετούν, εξυπηρετήσει, εξυπηρετεί, χρησιμεύσει, χρησιμεύουν
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: služiti
služiti bogu, služiti misu, služiti drugima, služiti denar, služiti eng, služiti rječnik grčki, služiti na grčkom
Prijevodi
- služenje na grčkom - υπουργείο, σερβίρισμα, εξυπηρετούν, που εξυπηρετούν, που σερβίρει, υπηρετούν
- služitelj na grčkom - ανιχνευτής, ανιχνεύω, πρόσκοπος, συνοδός, υπάλληλο, συνοδού, θεράποντος, ...
- smanjenja na grčkom - μείωση, μείωσης, τη μείωση, μείωση της, αναγωγή
- smanjenje na grčkom - αυλαία, ύφεση, κουρτίνα, μείωση, μείωσης, τη μείωση, μείωση της, ...
Nasumične riječi
Služiti na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: ιερέας, χρησιμεύω, υπουργός, χοροστατώ, όφελος, ωφελώ, εξυπηρετούν, εξυπηρετήσει, εξυπηρετεί, χρησιμεύσει, χρησιμεύουν
Prijevodi: ιερέας, χρησιμεύω, υπουργός, χοροστατώ, όφελος, ωφελώ, εξυπηρετούν, εξυπηρετήσει, εξυπηρετεί, χρησιμεύσει, χρησιμεύουν