Spašavati na grčkom
Prijevod: spašavati, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
εκτός, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε
Drugi jezici
Povezane riječi: spašavati
spašavati ili spasavati, sanjarica spašavati, spašavati rječnik grčki, spašavati na grčkom
Prijevodi
- spašavanja na grčkom - οικονομία, αποταμίευση, διάσωση, διάσωσης, τη διάσωση, περισυλλογής
- spašavanje na grčkom - διάσωση, σωτηρία, διασώζω, διάσωσης, τη διάσωση, περισυλλογής
- specificirati na grčkom - καταγράφω κάθε τί χωριστά, itemize, αναφέρεται χωριστά, να αναφέρεται χωριστά, ταξινομήσω
- specifikacija na grčkom - προσδιορισμός, προδιαγραφές, προδιαγραφή, προδιαγραφών, περιγραφή
Nasumične riječi
Spašavati na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: εκτός, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε
Prijevodi: εκτός, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε