Sporadično na grčkom
Prijevod: sporadično, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
σποραδικός, σποραδικά, σποραδικώς, σποραδική, περιστασιακά, σποραδικό
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: sporadično
riječ sporadično, sporadično definicija, sporadično znači, sporadično sskj, sporadično pomeni, sporadično rječnik grčki, sporadično na grčkom
Prijevodi
- spora na grčkom - διαμάχη, σπόριο, σπορίων, σπόρων, σπορίου, των σπορίων
- sporadičan na grčkom - σποραδικός, σποραδικές, σποραδική, σποραδικά, σποραδικής
- sporan na grčkom - συζητήσιμος, αμφισβητούμενος, αμφιλεγόμενος, επίμαχος, αμφισβητήσιμος, συζητήσιμο, αμφισβητήσιμη, ...
- sporazum na grčkom - συνθήκη, κατανόηση, ρήτρα, ετοιμασία, σύμφωνο, όρος, συναυλία, ...
Nasumične riječi
Sporadično na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: σποραδικός, σποραδικά, σποραδικώς, σποραδική, περιστασιακά, σποραδικό
Prijevodi: σποραδικός, σποραδικά, σποραδικώς, σποραδική, περιστασιακά, σποραδικό