Tužiteljica na grčkom
Prijevod: tužiteljica, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
ενάγων, κατήγορος, Εισαγγελέα, Εισαγγελέας, εισαγγελικής αρχής, Εισαγγελίας
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: tužiteljica
tužiteljica budimir, gospođa tužiteljica, tužiteljica vesna budimir, tužiteljica dijana milić, tužiteljica kajmaković, tužiteljica rječnik grčki, tužiteljica na grčkom
Prijevodi
- tuženik na grčkom - κατηγορούμενος, εναγόμενος, καθής, καθού, εναγόμενο
- tužitelj na grčkom - ενάγων, μνηστήρας, προσφεύγουσα, ενάγοντα, ενάγοντος, ενάγουσα
- tužiti na grčkom - κατηγορούμενος, ενάγω, κατηγορώ, μηνύω, εγκαλώ, υπόδικος, κάνω αγωγή, ...
- tužne na grčkom - πενιχρός, ελεεινός, λυπημένος, θλιβερή, λυπηρό, θλιβερό, λυπημένο
Nasumične riječi
Tužiteljica na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: ενάγων, κατήγορος, Εισαγγελέα, Εισαγγελέας, εισαγγελικής αρχής, Εισαγγελίας
Prijevodi: ενάγων, κατήγορος, Εισαγγελέα, Εισαγγελέας, εισαγγελικής αρχής, Εισαγγελίας