Tvrdoglavost na grčkom
Prijevod: tvrdoglavost, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
πείσμα, το πείσμα, ισχυρογνωμοσύνη, επιμονή, πείσματος
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: tvrdoglavost
tvrdoglavost izreke, tvrdoglavost kod djece, tvrdoglavost djeteta, tvrdoglavost definicija, tvrdoglavost wikipedija, tvrdoglavost rječnik grčki, tvrdoglavost na grčkom
Prijevodi
- tvrdnja na grčkom - αξίωση, ισχυρισμός, απαίτηση, διεκδίκηση, αξίωσης
- tvrdoglav na grčkom - επίμονος, ισχυρογνώμων, νευρικός, πεισματάρης, πεισμωμένος, ισχυρογνώμονας, επίμονες, ...
- tvrdokrilac na grčkom - σκαθάρι, σκαθαριού, σκαθάρι του, χρυσόμυγα, κάνθαρος
- tvrdoća na grčkom - σκληρότητα, σκληρότητας, σκληρότητας του, σκληρότητα του, η σκληρότητα
Nasumične riječi
Tvrdoglavost na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: πείσμα, το πείσμα, ισχυρογνωμοσύνη, επιμονή, πείσματος
Prijevodi: πείσμα, το πείσμα, ισχυρογνωμοσύνη, επιμονή, πείσματος