Udovoljavanje na grčkom

Prijevod: udovoljavanje, Rječnik: hrvatski » grčki

Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
εξάρτημα, συστατικός, ικανοποίηση, την ικανοποίηση, την ικανοποίησή, ικανοποίηση των, ικανοποίηση του
Udovoljavanje na grčkom
Povezane riječi
Drugi jezici

Povezane riječi: udovoljavanje

udovoljavanje drugima, zadovoljavanje svima, udovoljavanje rječnik grčki, udovoljavanje na grčkom

Prijevodi

  • udostojati na grčkom - καταδέχομαι, καταδέχονται, deign, καταδέχεται, καταδέχτηκε
  • udovac na grčkom - χήρος, χήρο, χήρου, χηρείας, χήρα
  • udruga na grčkom - κοινωνία, Σύλλογοι, Ενώσεις, Ενώσεων, Συλλόγων, Συνδέσμων
  • udružen na grčkom - ενώνω, συγχωνεύω, σχετίζονται, συνδέονται, που συνδέονται, σχετίζεται, που σχετίζονται
Nasumične riječi
Udovoljavanje na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: εξάρτημα, συστατικός, ικανοποίηση, την ικανοποίηση, την ικανοποίησή, ικανοποίηση των, ικανοποίηση του