Ukrašavati na grčkom
Prijevod: ukrašavati, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
στολίζω, καλλωπίζω, λουσάρω, κοσμώ, διακοσμούν, διακοσμήσετε, διακοσμήσει, κοσμούν, στολίζουν
Drugi jezici
Povezane riječi: ukrašavati
ukrašavati rječnik grčki, ukrašavati na grčkom
Prijevodi
- ukratko na grčkom - σύντομος, σύντομα, κοντολογίς, συντομία, εν συντομία, συνοπτικά, λίγο
- ukrašavanje na grčkom - στολισμός, διακόσμηση, διακόσμησης, τη διακόσμηση, διάκοσμο, διακοσμήσεων
- ukrašen na grčkom - γούστο, φανταστικός, γουστάρω, προτίμηση, διακόσμηση, διακοσμημένα, διακοσμημένο, ...
- ukrcan na grčkom - κατοικία, φορτωμένος, φορτωμένο, φορτωθεί, φορτωμένων, φορτωμένη
Nasumične riječi
Ukrašavati na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: στολίζω, καλλωπίζω, λουσάρω, κοσμώ, διακοσμούν, διακοσμήσετε, διακοσμήσει, κοσμούν, στολίζουν
Prijevodi: στολίζω, καλλωπίζω, λουσάρω, κοσμώ, διακοσμούν, διακοσμήσετε, διακοσμήσει, κοσμούν, στολίζουν