Utvrditi na grčkom
Prijevod: utvrditi, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
διαπιστώνω, επικυρώνω, βεβαιώνω, συμπεραίνω, περικόπτω, διαβεβαιώνω, προσδιορίζω, φτιάχνω, εξακριβώνω, συνάγω, καθορίσει, καθορίζουν, προσδιορίσει, καθορίσουν, προσδιοριστεί
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: utvrditi
utvrditi ili ustvrditi, utvrditi sinonim, utvrditi da li srce radi, utvrditi financijski rezultat po metodu ukupnih troškova, utvrditi ustvrditi, utvrditi rječnik grčki, utvrditi na grčkom
Prijevodi
- utvara na grčkom - οπτασία, παρουσίαση, εμφάνιση, φάντασμα, Wraith, φάντασμα νεκρού, το Wraith
- utvrda na grčkom - οχύρωση, φρούριο, οχυρό, οχύρωσης, οχυρωματικό, οχυρωματικά, οχυρωματικού
- utvrdu na grčkom - φρούριο, οχυρό, Fort, Φορτ, φρουρίου
- utvrđen na grčkom - απόλυτος, εγκατεστημένος, ιδρύθηκε, συσταθεί, εγκατεστημένοι, καθοριστεί
Nasumične riječi
Utvrditi na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: διαπιστώνω, επικυρώνω, βεβαιώνω, συμπεραίνω, περικόπτω, διαβεβαιώνω, προσδιορίζω, φτιάχνω, εξακριβώνω, συνάγω, καθορίσει, καθορίζουν, προσδιορίσει, καθορίσουν, προσδιοριστεί
Prijevodi: διαπιστώνω, επικυρώνω, βεβαιώνω, συμπεραίνω, περικόπτω, διαβεβαιώνω, προσδιορίζω, φτιάχνω, εξακριβώνω, συνάγω, καθορίσει, καθορίζουν, προσδιορίσει, καθορίσουν, προσδιοριστεί