Uvećati na grčkom

Prijevod: uvećati, Rječnik: hrvatski » grčki

Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
μεγεθύνω, πολλαπλασιάζω, αύξηση, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει
Uvećati na grčkom
Povezane riječi
Drugi jezici

Povezane riječi: uvećati

povećati broj, uvećati rječnik grčki, uvećati na grčkom

Prijevodi

  • uvećaj na grčkom - φουσκώνω, εξογκώνω, μεγέθυνση, Κίνδυνος, μεγένθυση, enlarge, μεγεθύνετε
  • uvećanje na grčkom - απολαβή, μεγέθυνση, διεύρυνση, διεύρυνσης, τη διεύρυνση, της διεύρυνσης
  • uvećavati na grčkom - μεγαλοποιώ, ανατινάζω, ανατινάξουν, ανατινάξει, να ανατινάξουν, την ανατίναξη
  • uvid na grčkom - επιθεώρηση, διορατικότητα, εικόνα, γνώση, εικόνα για, αντίληψη
Nasumične riječi
Uvećati na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: μεγεθύνω, πολλαπλασιάζω, αύξηση, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει