Zakašnjenje na grčkom
Prijevod: zakašnjenje, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
καθυστέρηση, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: zakašnjenje
zakašnjenje paljenja, lučko zakašnjenje, zakašnjenje eng, zakašnjenje dužnika, zakašnjenje vjerovnika, zakašnjenje rječnik grčki, zakašnjenje na grčkom
Prijevodi
- zakasniti na grčkom - χάνω, δεσποινίς, αστοχώ, αργώ, είναι αργά, να είναι αργά, αργήσει, ...
- zakačiti na grčkom - γάντζος, αγκιστρώνω, άγκιστρο, γάντζο, αγκίστρου, γάντζου
- zakiseliti na grčkom - υπόξινος, οξινίζουμε, οξυνίζομε, οξινίζει, οξυνίζουμε, την οξίνιση
- zakivanje na grčkom - σφίγγω, σφίγγουν, σφίγγω τα, σφίγγουν τα, σφίξτε τα
Nasumične riječi
Zakašnjenje na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: καθυστέρηση, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως
Prijevodi: καθυστέρηση, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως