Állott görögul
Fordítás: állott, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
μπαγιάτικος, μπαγιάτικο, έωλη, πολυδιατηρημένο, μπαγιάτικη
Kapcsolódó szavak
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: állott
állott kávé, állott tea, állott szagú ruhák, állott vizes borogatás, állott benzin, állott szótár görög, állott görögul
Fordítások
- állomáshely görögul - σταθμός, διαστημικό σταθμό, διαστημικός σταθμός, διαστημικού σταθμού, διαστημικών σταθμών, του διαστημικού σταθμού
- állomásozás görögul - όρθιος, κύρος, στάθμευση, Θέσης, στάθευση, τη στάθμευση, σταθμευση
- állvány görögul - πόδι, στάδιο, στάση, σταθεί, ηρεμία, παραμείνει, στέκονται
- állványzat görögul - ικρίωμα, κρεμάλα, σκαλωσιά, σκαλωσιές, ικριώματα, ικριωμάτων, σκαλωσιάς
Véletlenszerű szavak
Állott görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: μπαγιάτικος, μπαγιάτικο, έωλη, πολυδιατηρημένο, μπαγιάτικη
Fordítások: μπαγιάτικος, μπαγιάτικο, έωλη, πολυδιατηρημένο, μπαγιάτικη