Éleslátású görögul
Fordítás: éleslátású, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
οξυδερκής, διορατική, διορατικός, σαφήνεια οπτικής, με σαφήνεια οπτικής
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: éleslátású
éleslátású szótár görög, éleslátású görögul
Fordítások
- élelmiszerkészlet görögul - προμήθειες, προμηθειών, παραδόσεις, εφοδιασμού, αναλώσιμα
- éles görögul - διορατικός, αιχμηρός, απότομη, αιχμηρά, αιχμηρές, αιχμηρό
- éleslátó görögul - Διορατικές, Insightful, διορατική, οξυδερκή, οξυδερκείς
- élesség görögul - οξύτητα, αιχμηρότητα, ευκρίνεια, ευκρίνειας, την ευκρίνεια
Véletlenszerű szavak
Éleslátású görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: οξυδερκής, διορατική, διορατικός, σαφήνεια οπτικής, με σαφήνεια οπτικής
Fordítások: οξυδερκής, διορατική, διορατικός, σαφήνεια οπτικής, με σαφήνεια οπτικής