Érdekellentét görögul

Fordítás: érdekellentét, Szótár: magyar » görög

Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
αψιμαχία, αντιπαράθεση, προσκρούω, κλαγγή, σύγκρουση συμφερόντων, σύγκρουσης συμφερόντων, συγκρούσεως συμφερόντων, συγκρούσεις συμφερόντων, τη σύγκρουση συμφερόντων
Érdekellentét görögul
Kapcsolódó szavak
Más nyelvek

Kapcsolódó szavak: érdekellentét

érdekellentét ptk, érdekellentét eseti gondnok, érdekellentét fogalma, képviselet érdekellentét, kiskorú érdekellentét, érdekellentét szótár görög, érdekellentét görögul

Fordítások

  • érdek görögul - επιτόκιο, τόκος, ενδιαφέρον, ενδιαφέροντος, συμφέρον, συμφέροντος
  • érdekcsoport görögul - δαχτυλίδι, δακτυλίδι, μάτι, ομάδα συμφερόντων, ομάδα ενδιαφέροντος, ομάδων συμφερόντων, ομάδας συμφερόντων, ...
  • érdekeltség görögul - πάσσαλος, συμφέροντα, συμφερόντων, τα συμφέροντα, συμφέρον, ενδιαφέροντα
  • érdekes görögul - παράξενος, γραφικός, ενδιαφέρων, ενδιαφέρον, ενδιαφέρουσα, ενδιαφέροντα, ενδιαφέρουσες
Véletlenszerű szavak
Érdekellentét görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: αψιμαχία, αντιπαράθεση, προσκρούω, κλαγγή, σύγκρουση συμφερόντων, σύγκρουσης συμφερόντων, συγκρούσεως συμφερόντων, συγκρούσεις συμφερόντων, τη σύγκρουση συμφερόντων