Alkotóelem görögul
Fordítás: alkotóelem, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
συστατικός, εξάρτημα, συστατικό, συνιστώσα, συστατικού, στοιχείου
Kapcsolódó szavak
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: alkotóelem
alkotóelem szinoníma, alkotóelem jelentése, dinamit alkotóelem, fém alkotóelem, 4 alkotóelem, alkotóelem szótár görög, alkotóelem görögul
Fordítások
- alkotás görögul - σύνταγμα, δημιουργία, δημιουργίας, τη δημιουργία, σύσταση, δημιουργία θέσεων
- alkotó görögul - δημιουργικός, δημιουργική, δημιουργικό, δημιουργικές, δημιουργικής
- alkotórész görögul - συστατικός, συστατικό, συνιστώσα, εξάρτημα, συστατικού, στοιχείου
- alku görögul - πηγαίνω, συμφωνία, συμφωνίας, διαπραγμάτευση, πολλά, αντιμετώπιση
Véletlenszerű szavak
Alkotóelem görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: συστατικός, εξάρτημα, συστατικό, συνιστώσα, συστατικού, στοιχείου
Fordítások: συστατικός, εξάρτημα, συστατικό, συνιστώσα, συστατικού, στοιχείου