Becsapható görögul
Fordítás: becsapható, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
μωρόπιστος, εύπιστος, αφελείς, εύπιστους, αφελείς οι, εύπιστη
Kapcsolódó szavak
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: becsapható
szemünk becsapható, becsapható szótár görög, becsapható görögul
Fordítások
- bebörtönzött görögul - δέσμιος, αιχμάλωτος, φυλακίστηκε, φυλακιστεί, φυλακισμένος, φυλακίστηκαν, φυλακισμένοι
- becenév görögul - παρατσούκλι, ψευδώνυμο, nickname, ψευδώνυμό, το ψευδώνυμό
- becsapolás görögul - κοινός, γόμφος, άρθρωση, κοψίδι, Hocus, χόκους, ξόρκια, ...
- becsapódás görögul - κρούση, σύγκρουση, επίδραση, ορμή, αντίκτυπος, επίπτωση, επιπτώσεις, ...
Véletlenszerű szavak
Becsapható görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: μωρόπιστος, εύπιστος, αφελείς, εύπιστους, αφελείς οι, εύπιστη
Fordítások: μωρόπιστος, εύπιστος, αφελείς, εύπιστους, αφελείς οι, εύπιστη