Begyógyult görögul
Fordítás: begyógyult, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
ολόκληρος, άρτιος, ακέραιος, επουλωθεί, θεραπευτεί, θεράπευσε, θεραπευθεί, θεραπεύτηκε
Kapcsolódó szavak
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: begyógyult
begyógyult pár seb de maradt sok heg, begyógyult heg, begyógyult szótár görög, begyógyult görögul
Fordítások
- begyulladás görögul - ανάφλεξη, πυροδότηση, μίζα, διακόπτης, ανάφλεξης, ανάφλεξης με, αναφλέξεως, ...
- begyulladós görögul - τρομακτικός
- begyöpösödött görögul - αποπνικτικός, μεγαλομανής, πνικτικός, πνιγερός, βουλομένη, βουλωμένη
- begyújtás görögul - πυροδότηση, ανάφλεξη, μίζα, διακόπτης, ανάφλεξης, ανάφλεξης με, αναφλέξεως, ...
Véletlenszerű szavak
Begyógyult görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: ολόκληρος, άρτιος, ακέραιος, επουλωθεί, θεραπευτεί, θεράπευσε, θεραπευθεί, θεραπεύτηκε
Fordítások: ολόκληρος, άρτιος, ακέραιος, επουλωθεί, θεραπευτεί, θεράπευσε, θεραπευθεί, θεραπεύτηκε