Begyújtás görögul
Fordítás: begyújtás, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
πυροδότηση, ανάφλεξη, μίζα, διακόπτης, ανάφλεξης, ανάφλεξης με, αναφλέξεως, της ανάφλεξης
Kapcsolódó szavak
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: begyújtás
begyújtás kazánba, begyújtás szénnel, begyújtás kályhába, begyújtás tippek, begyújtás fával, begyújtás szótár görög, begyújtás görögul
Fordítások
- begyógyult görögul - ολόκληρος, άρτιος, ακέραιος, επουλωθεί, θεραπευτεί, θεράπευσε, θεραπευθεί, ...
- begyöpösödött görögul - αποπνικτικός, μεγαλομανής, πνικτικός, πνιγερός, βουλομένη, βουλωμένη
- behajtás görögul - στεγαστικός, στέγαση, ανάκτηση, ανάκτησης, ανάκαμψη, αποκατάστασης, ανάκαμψης
- behajózás görögul - αποστολή, επιβίβαση, επιβίβασης, επιβιβάσεως, την επιβίβαση, επιβίβασή
Véletlenszerű szavak
Begyújtás görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: πυροδότηση, ανάφλεξη, μίζα, διακόπτης, ανάφλεξης, ανάφλεξης με, αναφλέξεως, της ανάφλεξης
Fordítások: πυροδότηση, ανάφλεξη, μίζα, διακόπτης, ανάφλεξης, ανάφλεξης με, αναφλέξεως, της ανάφλεξης