Bizonytalankodó görögul
Fordítás: bizonytalankodó, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
διστακτικός, διστακτικοί, διστακτική, διστάζουν, διστακτικό
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: bizonytalankodó
bizonytalankodó szótár görög, bizonytalankodó görögul
Fordítások
- bizonyosság görögul - σιγουριά, διαβεβαίωση, εγγύηση, βεβαιότητα, δικαίου, ασφάλεια, του δικαίου, ...
- bizonyság görögul - κατάθεση, μαρτυρία, μαρτυρίες, μαρτυρίας, κατάθεσή
- bizonytalanság görögul - αβεβαιότητα, αβεβαιότητας, η αβεβαιότητα, ανασφάλεια, την αβεβαιότητα
- bizonyára görögul - βεβαίως, ασφαλώς, βέβαια, σίγουρα, οπωσδήποτε, βέβαιο
Véletlenszerű szavak
Bizonytalankodó görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: διστακτικός, διστακτικοί, διστακτική, διστάζουν, διστακτικό
Fordítások: διστακτικός, διστακτικοί, διστακτική, διστάζουν, διστακτικό