Boncolgató görögul
Fordítás: boncolgató, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
καίριος, ανατομικό, ανατομής, ανατομίας, ανατομικού, στερεοσκοπικό
Kapcsolódó szavak
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: boncolgató
boncolgató szótár görög, boncolgató görögul
Fordítások
- bonbon görögul - σοκολάτες, σοκολατάκια, από σοκολάτες, σοκολάτας, τις σοκολάτες
- boncolgatás görögul - τεμαχίζοντας, Ανατέμνοντας, Dissecting, τεμάχιση, ανατομής
- bonctan görögul - ανατομία, ανατομίας, την ανατομία, της ανατομίας, ανατομική
- bonctani görögul - ανατομικός, ανατομική, ανατομικές, ανατομικά, ανατομικών
Véletlenszerű szavak
Boncolgató görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: καίριος, ανατομικό, ανατομής, ανατομίας, ανατομικού, στερεοσκοπικό
Fordítások: καίριος, ανατομικό, ανατομής, ανατομίας, ανατομικού, στερεοσκοπικό