Elfintorított görögul
Fordítás: elfintorított, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
στραβός, ειρωνικός, ειρωνικό, στριμμένη, πικρόχολη, wry
Kapcsolódó szavak
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: elfintorított
elfintorított szótár görög, elfintorított görögul
Fordítások
- elfenekelés görögul - παλλόμενος, ζωηρός, ξύλισμα, Δαρμός, Ξυλιές, Spanking
- elferdített görögul - καλλιεργημένος, σοφιστικέ, εξεζητημένος, παραμορφωμένη, διαστρεβλωμένη, παραμόρφωσε, αλλοίωσε, ...
- elfogadható görögul - επιτρεπτός, αποδεκτός, αποδεκτό, αποδεκτή, αποδεκτά, αποδεκτές, αποδεκτού
- elfogadott görögul - συμβατικός, Αποδεκτές, Δεκτές, αποδεκτή, Αποδεκτό, τις αποδεκτές
Véletlenszerű szavak
Elfintorított görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: στραβός, ειρωνικός, ειρωνικό, στριμμένη, πικρόχολη, wry
Fordítások: στραβός, ειρωνικός, ειρωνικό, στριμμένη, πικρόχολη, wry