Elnyomó görögul
Fordítás: elnyomó, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
κατασταλτικός, κατασταλτικά, κατασταλτικών, κατασταλτική, κατασταλτικές
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: elnyomó
elnyomó szülő, elnyomó anya, elnyomó ember, elnyomó személyiség, gsm elnyomó, elnyomó szótár görög, elnyomó görögul
Fordítások
- elnevezés görögul - όνομα, ονόματος, ονομασία, όνομά, το όνομα
- elnyerhetetlen görögul - αδύνατο να κερδίσει, αδύνατο να σημειώνονται
- elnémult görögul - άφωνος, άναυδος, εμβρόντητος, σιωπηλός, σιωπηλή, αθόρυβη, σιωπηλό, ...
- elnéptelenedés görögul - ερήμωση, μείωση του πληθυσμού, εξολόθρευση, μείωσης του πληθυσμού, αποπληθυσμού
Véletlenszerű szavak
Elnyomó görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: κατασταλτικός, κατασταλτικά, κατασταλτικών, κατασταλτική, κατασταλτικές
Fordítások: κατασταλτικός, κατασταλτικά, κατασταλτικών, κατασταλτική, κατασταλτικές