Fúvó görögul
Fordítás: fúvó, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
φυσητήρας, φυσητήρα, ανεμιστήρα, ανεμιστήρας, του ανεμιστήρα
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: fúvó
fúvógyakorlatok, fúvócső, homokfúvó, fúvó ventilátor, fúvó fogalma, fúvó szótár görög, fúvó görögul
Fordítások
- fúróállvány görögul - εξέδρα, εξέδρας, διάταξη, rig, εγκατάσταση γεώτρησης
- fúvás görögul - φυσώ, χτύπημα, πλήγμα, εμφύσησης, εμφυσήσεως, εμφύσηση
- fúzió görögul - σύντηξη, συγχώνευση, συγκέντρωση, συγχώνευσης, συγκεντρώσεων, συγκέντρωσης
- füge görögul - σύκα, σύκων, τα σύκα, Τα Σχ, σύκων που
Véletlenszerű szavak
Fúvó görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: φυσητήρας, φυσητήρα, ανεμιστήρα, ανεμιστήρας, του ανεμιστήρα
Fordítások: φυσητήρας, φυσητήρα, ανεμιστήρα, ανεμιστήρας, του ανεμιστήρα