Felhatalmazott görögul

Fordítás: felhatalmazott, Szótár: magyar » görög

Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
διορίζω, αποδίδω, αναθέτω, εξουσιοδοτημένο, εξουσιοδοτημένος, επιτρέπεται, εξουσιοδότησε, εγκριθεί
Felhatalmazott görögul
Kapcsolódó szavak
Más nyelvek

Kapcsolódó szavak: felhatalmazott

felhatalmazott szinoníma, felhatalmazott angolul, felhatalmazott szótár görög, felhatalmazott görögul

Fordítások

  • felhasználhatóság görögul - χρηστικότητα, χρηστικότητας, ευχρηστίας, ευχρηστία, τη χρηστικότητα
  • felhasználás görögul - σφετερισμός, χρησιμοποίηση, χρησιμοποίησης, αξιοποίηση, χρησιμοποίηση της, τη χρησιμοποίηση
  • felhatalmazás görögul - ένταλμα, αντιπροσωπεία, αντιπροσωπείας, αντιπροσωπία, αντιπροσωπεία του, αντιπροσωπεία της
  • felhevült görögul - ζεστός, θερμός, θερμαίνεται, θερμαινόμενη, θερμαινόμενο, θερμαίνονται
Véletlenszerű szavak
Felhatalmazott görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: διορίζω, αποδίδω, αναθέτω, εξουσιοδοτημένο, εξουσιοδοτημένος, επιτρέπεται, εξουσιοδότησε, εγκριθεί