Feszültség görögul
Fordítás: feszültség, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
ζόρι, τεντώνω, στραμπουλίζω, διηθώ, ένταση, τάση, έντασης, τάσης, την ένταση
Kapcsolódó szavak
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: feszültség
feszültség átalakító, feszültség jele, feszültség stabilizátor, feszültségosztó, feszültség alatti munkavégzés, feszültség szótár görög, feszültség görögul
Fordítások
- feszítés görögul - τεντώνομαι, τεζάρω, τεντώνω, εκτείνομαι, ένταση, γένος, τάση, ...
- feszület görögul - διασχίζω, γέμισμα, σταυρός, σταυρό, crucifix, εσταυρωμένος, εσταυρωμένο
- feszültségmentesítés görögul - εκτόνωση, ξεκούραση, ανακούφιση από το στρες, ανακουφίσεως τάσεως, εκτόνωσης πίεσης, ανακούφιση πίεσης, την ανακούφιση πίεσης
- feszülés görögul - ζόρι, διηθώ, στραμπουλίζω, τεντώνω, σφίξιμο, στεγανότητα, στεγανότητας, ...
Véletlenszerű szavak
Feszültség görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: ζόρι, τεντώνω, στραμπουλίζω, διηθώ, ένταση, τάση, έντασης, τάσης, την ένταση
Fordítások: ζόρι, τεντώνω, στραμπουλίζω, διηθώ, ένταση, τάση, έντασης, τάσης, την ένταση