Ismételt görögul
Fordítás: ismételt, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
επαναλαμβανόμενος, αλλεπάλληλος, επαναλαμβάνεται, επαναλαμβανόμενη, επαναλαμβάνονται, επανειλημμένες, επαναλαμβανόμενες
Kapcsolódó szavak
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: ismételt
ismételt önellenőrzés, ismételt családlátogatás lényege, ismételt vizsgadíj sze, ismételt önellenőrzés fogalma, ismételt méréses anova, ismételt szótár görög, ismételt görögul
Fordítások
- ismét görögul - πάλι, ξανά, και πάλι, φορά, εκ νέου
- ismételgetés görögul - επανάληψη, επαναβεβαίωση, επανάληψή, η επανάληψή, αυτό βεβαιώνουν ότι
- ismétlés görögul - πρόβες, επαναλαμβάνω, Επαναλάβετε, Επαναλάβετε τα, επανάληψη, επανάληψης
- isten görögul - θεός, θεό, θεού, ο Θεός, του Θεού
Véletlenszerű szavak
Ismételt görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: επαναλαμβανόμενος, αλλεπάλληλος, επαναλαμβάνεται, επαναλαμβανόμενη, επαναλαμβάνονται, επανειλημμένες, επαναλαμβανόμενες
Fordítások: επαναλαμβανόμενος, αλλεπάλληλος, επαναλαμβάνεται, επαναλαμβανόμενη, επαναλαμβάνονται, επανειλημμένες, επαναλαμβανόμενες