Legömbölyített görögul
Fordítás: legömbölyített, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
απότομος, αμβλύς, μονοκόμματος, στρογγυλεμένες, στρογγυλεμένη, στρογγυλεμένο, στρογγυλευμένο, στρογγυλεμένα
Kapcsolódó szavak
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: legömbölyített
legömbölyített szótár görög, legömbölyített görögul
Fordítások
- legényke görögul - ιπποκόμος, γαμπρός, παλλικαρόπουλο, παλληκαρόπουλο, Laddie, παιδάριο
- legénység görögul - ομάδα, πλήρωμα, πληρώματος, του πληρώματος, το πλήρωμα, πληρωμάτων
- legújabb görögul - φτουρώ, τελευταίος, διαρκώ, αργότερο, Τελευταία, Τελευταίες, Πρόσφατες, ...
- lehajlás görögul - εκτροπή, απόκλιση, Παραμόρφωση, Deflection, Εκτροπής
Véletlenszerű szavak
Legömbölyített görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: απότομος, αμβλύς, μονοκόμματος, στρογγυλεμένες, στρογγυλεμένη, στρογγυλεμένο, στρογγυλευμένο, στρογγυλεμένα
Fordítások: απότομος, αμβλύς, μονοκόμματος, στρογγυλεμένες, στρογγυλεμένη, στρογγυλεμένο, στρογγυλευμένο, στρογγυλεμένα