Leterítés görögul

Fordítás: leterítés, Szótár: magyar » görög

Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
αναμέτρηση, επίδειξη δύναμης, showdown, την αναμέτρηση, αναμέτρηση του
Leterítés görögul
Más nyelvek

Kapcsolódó szavak: leterítés

leterítés póz, leterítés szótár görög, leterítés görögul

Fordítások

  • letartóztatott görögul - φυλακισμένος, συνελήφθη, συνελήφθησαν, συλληφθεί, συνέλαβαν, συνέλαβε
  • letelepedés görögul - περιβάλλον, εγκατάσταση, εγκαθίδρυση, καθιέρωση, ίδρυση, ίδρυμα
  • letiltás görögul - Αποκλεισμός, Μπλόκο, φραγής, Ο αποκλεισμός, Φραγή
  • letisztulás görögul - περιβάλλον, διευκρίνιση, διευκρινίσεις, αποσαφήνιση, διασαφήνιση, αποσαφήνισης
Véletlenszerű szavak
Leterítés görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: αναμέτρηση, επίδειξη δύναμης, showdown, την αναμέτρηση, αναμέτρηση του