Munkaképesség görögul

Fordítás: munkaképesség, Szótár: magyar » görög

Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
χωρητικότητα, ικανότητα να εργάζονται, την ικανότητα να εργαστούν, ικανότητα για εργασία, ικανότητα να εργαστούν, δυνατότητα να εργαστούν
Munkaképesség görögul
Kapcsolódó szavak
Más nyelvek

Kapcsolódó szavak: munkaképesség

munkaképesség csökkenés megállapítása 2014, munkaképesség csökkenés megállapítása 2013, munkaképesség változás, munkaképesség csökkenés megállapítása, munkaképesség csökkenés megállapítása nyomtatvány, munkaképesség szótár görög, munkaképesség görögul

Fordítások

  • munkahely görögul - ψωνίζω, προδίδω, μαγαζί, στο χώρο εργασίας, χώρο εργασίας, εργασιακό χώρο, τόπο εργασίας, ...
  • munkakerülés görögul - αποστροφή, αποστροφής, απέχθεια, η αποστροφή, την αποστροφή
  • munkaképtelen görögul - αδυνατούν να εργαστούν, ανίκανος προς εργασία, ανίκανα προς εργασία, ανίκανους προς εργασία, θέση να εργαστούν
  • munkaképtelenség görögul - ανικανότητα, ανικανότητας, ανικανότητος, της ανικανότητας, η ανικανότητα
Véletlenszerű szavak
Munkaképesség görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: χωρητικότητα, ικανότητα να εργάζονται, την ικανότητα να εργαστούν, ικανότητα για εργασία, ικανότητα να εργαστούν, δυνατότητα να εργαστούν