Munkaképtelenség görögul
Fordítás: munkaképtelenség, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
ανικανότητα, ανικανότητας, ανικανότητος, της ανικανότητας, η ανικανότητα
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: munkaképtelenség
munkaképtelenség okai, munkaképtelenség fogalma, depresszió munkaképtelenség, tartós munkaképtelenség, munkaképtelenség időtartama, munkaképtelenség szótár görög, munkaképtelenség görögul
Fordítások
- munkaképesség görögul - χωρητικότητα, ικανότητα να εργάζονται, την ικανότητα να εργαστούν, ικανότητα για εργασία, ικανότητα να εργαστούν, δυνατότητα να εργαστούν
- munkaképtelen görögul - αδυνατούν να εργαστούν, ανίκανος προς εργασία, ανίκανα προς εργασία, ανίκανους προς εργασία, θέση να εργαστούν
- munkaköpeny görögul - γενικός, ποδιά, συνολικός, μπλούζα εργασίας, μπλούζες, smock, καρδαμίνης, ...
- munkaközösség görögul - ομάδα, κοινοτική εργασία, εργασίες κοινοτικής κλίμακας, εργασίες κοινοτικής κλίμακας με, εργασιακής κοινότητας, κοινοτικές εργασίες και
Véletlenszerű szavak
Munkaképtelenség görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: ανικανότητα, ανικανότητας, ανικανότητος, της ανικανότητας, η ανικανότητα
Fordítások: ανικανότητα, ανικανότητας, ανικανότητος, της ανικανότητας, η ανικανότητα