Nagykorúság görögul
Fordítás: nagykorúság, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
πλειονότητα, ενηλικίωση, ενηλικιώνεται, την ενηλικίωση, προέρχονται από την ηλικία, ενηλικίωση του
Kapcsolódó szavak
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: nagykorúság
nagykorúság fogalma, nagykorúság előnyei, nagykorúság törvény, nagykorúság 21 év, nagykorúság usa, nagykorúság szótár görög, nagykorúság görögul
Fordítások
- nagykabát görögul - πανωφόρι, παλτό, βαρύ παλτό
- nagykorú görögul - σημαντικός, ταγματάρχης, ηλικία, ηλικίας, την ηλικία, εποχή, ετών
- nagykövet görögul - πρεσβευτής, πρέσβης, πρεσβευτή, πρέσβη, πρεσβευτής της
- nagykövetség görögul - πρεσβεία, πρεσβείας, η πρεσβεία, την πρεσβεία, πρεσβειών
Véletlenszerű szavak
Nagykorúság görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: πλειονότητα, ενηλικίωση, ενηλικιώνεται, την ενηλικίωση, προέρχονται από την ηλικία, ενηλικίωση του
Fordítások: πλειονότητα, ενηλικίωση, ενηλικιώνεται, την ενηλικίωση, προέρχονται από την ηλικία, ενηλικίωση του