Nemi görögul
Fordítás: nemi, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
σαρκικός, σεξουαλικός, σεξουαλική, σεξουαλικής, τη σεξουαλική, της σεξουαλικής
Kapcsolódó szavak
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: nemi
nemi herpesz, nemi szerv, nemi aktus, nemi identitás, nemi gomba, nemi szótár görög, nemi görögul
Fordítások
- nemesítés görögul - εξάχνωση, αναπαραγωγής, αναπαραγωγή, εκτροφή, εκτροφής, την αναπαραγωγή
- nemez görögul - ένιωθα, τσόχα, αισθανόμουν, ένιωσα, αισθάνθηκε, αισθητή, αισθητές
- nemiség görögul - σεξουαλικότητα, σεξουαλικότητας, τη σεξουαλικότητα, σεξουαλικότητά, η σεξουαλικότητα
- nemkívánatos görögul - ανεπιθύμητος, ανεπιθύμητες, ανεπιθύμητη, ανεπιθύμητων, ανεπιθύμητα
Véletlenszerű szavak
Nemi görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: σαρκικός, σεξουαλικός, σεξουαλική, σεξουαλικής, τη σεξουαλική, της σεξουαλικής
Fordítások: σαρκικός, σεξουαλικός, σεξουαλική, σεξουαλικής, τη σεξουαλική, της σεξουαλικής