Nyílás görögul
Fordítás: nyílás, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
στόμιο, στόμα, άνοιγμα, ανοίγματος, το άνοιγμα, έναρξη, άνοιγμα της
Kapcsolódó szavak
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: nyílás
nyíláskiváltás, nyílás görögül, nyílásáthidalás, nyílászárók, nyílás rés, nyílás szótár görög, nyílás görögul
Fordítások
- nyíltan görögul - απόλυτος, φανερά, ανοιχτά, ανοικτά, πιο ανοικτά, απροκάλυπτα
- nyíltság görögul - ειλικρίνεια, ανοίγματος, το άνοιγμα, τη διαφάνεια, ανοικτό χαρακτήρα
- nyírfajd görögul - γκρινιάζω, αγριόγαλος, αγριόρνιθα, μελεάγρις, αγριόγαλλο, αγριόγαλλων
- nyírás görögul - κουρεύω, πόρπη, ψαλιδίζω, συνδετήρας, διάτμηση, διάτμησης, διατμήσεως, ...
Véletlenszerű szavak
Nyílás görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: στόμιο, στόμα, άνοιγμα, ανοίγματος, το άνοιγμα, έναρξη, άνοιγμα της
Fordítások: στόμιο, στόμα, άνοιγμα, ανοίγματος, το άνοιγμα, έναρξη, άνοιγμα της