Okfejtés görögul
Fordítás: okfejtés, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
συλλογισμός, συλλογιστικός, αιτιολογία, λογική, συλλογιστική, συλλογιστικής
Kapcsolódó szavak
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: okfejtés
okfejtés szinoníma, okfejtés jelentése, okfejtés szótár görög, okfejtés görögul
Fordítások
- okadatolás görögul - παρακίνηση, κίνητρο
- okbeli görögul - αιτιώδης συνάφεια, αιτιολογικός, συνάφεια, αιτιώδης, αιτιώδη
- oki görögul - αιτιώδης συνάφεια, αιτιολογικός, συνάφεια, αιτιώδης, αιτιώδη
- okirat görögul - δίσκος, ρεκόρ, ηχογραφώ, καταγράφω, έγγραφο, εγγράφου, εγγράφων, ...
Véletlenszerű szavak
Okfejtés görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: συλλογισμός, συλλογιστικός, αιτιολογία, λογική, συλλογιστική, συλλογιστικής
Fordítások: συλλογισμός, συλλογιστικός, αιτιολογία, λογική, συλλογιστική, συλλογιστικής