Tömés görögul
Fordítás: tömés, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
σφράγισμα, γέμισμα, χορταστικός, πλήρωση, πλήρωσης, πληρώσεως, γέμιση
Kapcsolódó szavak
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: tömés
tömés ingyenes, tömés után fogfájás, tömés fajták, tömés alatti szuvasodás, tömés után, tömés szótár görög, tömés görögul
Fordítások
- tömjén görögul - λιβάνι, θυμίαμα, θυμιάματος, λιβανιού, το θυμίαμα
- tömjénezés görögul - λιβάνι, θυμίαμα, κολακεία, adulation, κολακείας, την κολακεία, κολακείας που
- tömítetlenség görögul - διαφυγή, διαρροή, διαρροές, διαρροών, τις διαρροές, διαρροής
- tömítés görögul - καλαφατίζω, σφραγίδα, σφράγιση, φώκιας, σφραγίδας, στεγανοποίησης
Véletlenszerű szavak
Tömés görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: σφράγισμα, γέμισμα, χορταστικός, πλήρωση, πλήρωσης, πληρώσεως, γέμιση
Fordítások: σφράγισμα, γέμισμα, χορταστικός, πλήρωση, πλήρωσης, πληρώσεως, γέμιση