Terepjáró görögul
Fordítás: terepjáró, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
cross-country, μεταξύ των χωρών, μεταξύ χωρών, διακρατική, σκι αντοχής
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: terepjáró
terepjáró eladó, terepjáró felszerelés, terepjáró gumi, terepjáró építők fóruma, terepjáró csörlő, terepjáró szótár görög, terepjáró görögul
Fordítások
- terepakadály görögul - εδάφους, έδαφος, εδάφη, έδαφους, έκταση
- terepalakulat görögul - διάταξη, διευθέτηση, χερσαία στρατεύματα, χερσαίων δυνάμεων, χερσαίες δυνάμεις, επίγεια στρατεύματα, χερσαίων στρατευμάτων
- tereprajz görögul - τοπογραφία, τοπογραφίας, μορφολογία, την τοπογραφία, τοπογραφικά
- terhelt görögul - κατηγορούμενος, υπόδικος, φορτωμένος, φορτωμένο, φορτωθεί, φορτωμένων, φορτωμένη
Véletlenszerű szavak
Terepjáró görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: cross-country, μεταξύ των χωρών, μεταξύ χωρών, διακρατική, σκι αντοχής
Fordítások: cross-country, μεταξύ των χωρών, μεταξύ χωρών, διακρατική, σκι αντοχής