Titoktartó görögul

Fordítás: titoktartó, Szótár: magyar » görög

Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
πνιγηρός, κολλητός, κοντά, αποπνιχτικός, διακριτικός, διακριτική, διακριτικό, διακριτικής, διακριτικά
Titoktartó görögul
Kapcsolódó szavak
Más nyelvek

Kapcsolódó szavak: titoktartó

titoktartó szinoníma, titoktartó szótár görög, titoktartó görögul

Fordítások

  • titok görögul - μυστικός, μυστικό, απόρρητος, μυστική, μυστικές, μυστικών, μυστικά
  • titoktartás görögul - σιωπή, σωπαίνω, σιγή, μυστικότητα, απόρρητο, απορρήτου, μυστικότητας, ...
  • titokzatos görögul - μυστικός, απόρρητος, μυστικό, μυστηριώδης, μυστηριώδη, μυστηριώδες, μυστηριώδεις, ...
  • titokzatoskodó görögul - μυστηριώδης, εχέμυθος, εκκριτικός, μυστικοπαθής, μυστικοπαθείς, μυστικότητα, μυστική
Véletlenszerű szavak
Titoktartó görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: πνιγηρός, κολλητός, κοντά, αποπνιχτικός, διακριτικός, διακριτική, διακριτικό, διακριτικής, διακριτικά