Áætla á grísku

Þýðing: áætla, Orðabók: íslenska » gríska

Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
υπολογίζω, εκτίμηση, εκτίμησης, εκτιμήσεις, εκτίμηση της, προβλέψεων
Áætla á grísku
Skyld orð
Önnur tungumál

Skyld orð: áætla

áætla magn í veislu, áætla vín í veislu, áætla tungumála orðabók gríska, áætla á grísku

Þýðingar

  • ávíta á grísku - επίπληξη, επιπλήττω, επικρίνω, επιτιμώ, κατακρίνω, κατσαδιάζω, μομφή, ...
  • ávöxtur á grísku - φρούτο, καρπός, φρούτα, φρούτων, καρπούς
  • áætlun á grísku - πρόθεση, πρόγραμμα, προαίρεση, προγραμματίζω, σκοπός, σχέδιο, σχεδίου, ...
  • áður á grísku - πριν, άλλοτε, προτού, πριν να, πριν από, ενώπιον
Orð af handahófi
Áætla á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: υπολογίζω, εκτίμηση, εκτίμησης, εκτιμήσεις, εκτίμηση της, προβλέψεων