Áform á grísku
Þýðing: áform, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
προαίρεση, πρόθεση, σκοπός, σχέδια, σχεδίων, τα σχέδια, προγράμματα, προγραμμάτων
Önnur tungumál
Skyld orð: áform
áform átaksverkefni, bókin áform, áform tungumála orðabók gríska, áform á grísku
Þýðingar
- áfir á grísku - βουτυρόγαλα, βουτυρογάλακτος, το βουτυρόγαλα, αποβουτυρωμένο γάλα, βουτυρογάλακτος σε
- áflæði á grísku - παράβαση, υπέρβαση, παραβίαση, καταπάτηση, την παράβαση
- áforma á grísku - σχεδιάζω, σκοπεύω, σχέδιο, προτείνω, σχεδίου, πρόγραμμα, προγράμματος, ...
- áfram á grísku - μπροστινός, εμπρός, μπρος, προς τα εμπρός, μπροστά, τα εμπρός, υποβάλει
Orð af handahófi
Áform á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: προαίρεση, πρόθεση, σκοπός, σχέδια, σχεδίων, τα σχέδια, προγράμματα, προγραμμάτων
Þýðingar: προαίρεση, πρόθεση, σκοπός, σχέδια, σχεδίων, τα σχέδια, προγράμματα, προγραμμάτων