Ágætlega á grísku
Þýðing: ágætlega, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
φίνος, πρόστιμο, εξαίσια, ψιλή, αίθριος, προστίμου, λεπτή, ωραία, λεπτό
Önnur tungumál
Skyld orð: ágætlega
ágætlega tungumála orðabók gríska, ágætlega á grísku
Þýðingar
- ágreiningur á grísku - ασυμφωνία, διένεξη, διαφωνία, διεκδικώ, διαφωνίας, τη διαφωνία, διαφωνίες, ...
- ágrip á grísku - περίληψη, αφηρημένο, αφηρημένη, αφηρημένα, αφηρημένες
- ágætur á grísku - ψιλή, αίθριος, άριστος, φίνος, πρόστιμο, εξαίσιος, όμορφη, ...
- ágóði á grísku - απολαβή, πρόσοδοι, έσοδα, προϊόν, εσόδων, προχωρά
Orð af handahófi
Ágætlega á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: φίνος, πρόστιμο, εξαίσια, ψιλή, αίθριος, προστίμου, λεπτή, ωραία, λεπτό
Þýðingar: φίνος, πρόστιμο, εξαίσια, ψιλή, αίθριος, προστίμου, λεπτή, ωραία, λεπτό