Ákafur á grísku
Þýðing: ákafur, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
πρόθυμος, ενθουσιασμένος, εντατικός, εντατική, έντασης, εντατικής, εντατικές
Önnur tungumál
Skyld orð: ákafur
ákafur tungumála orðabók gríska, ákafur á grísku
Þýðingar
- ákafi á grísku - ζήλος, προθυμία, ενθουσιασμός, ενθουσιασμό, τον ενθουσιασμό, ενθουσιασμού, ο ενθουσιασμός
- ákaflega á grísku - πολύ, εξαιρετικά, ιδιαίτερα, άκρως, υπερβολικά
- ákefð á grísku - προθυμία, ενθουσιωδώς, ενθουσιασμό, με ενθουσιασμό, χώρο
- ákveða á grísku - καθορίζω, υπολογίζω, προσδιορίζω, λύνω, αποφασίζω, διευθετώ, να αποφασίσει, ...
Orð af handahófi
Ákafur á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: πρόθυμος, ενθουσιασμένος, εντατικός, εντατική, έντασης, εντατικής, εντατικές
Þýðingar: πρόθυμος, ενθουσιασμένος, εντατικός, εντατική, έντασης, εντατικής, εντατικές